«Η Κυβέρνηση με επικοινωνιακά τεχνάσματα, συμψηφισμούς και συκοφαντίες προσπαθεί να συγκαλύψει τις ευθύνες της για τον ΟΠΕΚΕΠΕ»

«Η Κυβέρνηση με επικοινωνιακά τεχνάσματα, συμψηφισμούς και συκοφαντίες προσπαθεί να συγκαλύψει τις ευθύνες της για τον ΟΠΕΚΕΠΕ»

Στην Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων, μίλησε ο Βουλευτής Ρεθύμνης του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Μανόλης Χνάρης, στο πλαίσιο της συζήτησης του νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών με τίτλο «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας και Λοιπές Διατάξεις», στο οποίο εμπεριέχεται διάταξη για την πρόσβαση της ΑΑΔΕ στα δεδομένα του ΟΠΕΚΕΠΕ.

Κατά την έναρξη της τοποθέτησης του, ο Μ. Χνάρης άσκησε δριμεία κριτική στην Κυβέρνηση για την επιλογή της να καταργήσει τον ΟΠΕΚΕΠΕ και να τον μεταφέρει στην ΑΑΔΕ. Κατά τον Βουλευτή: «Η συγκεκριμένη διάταξη, αφορά την επικοινωνιακή διαχείριση της κατάστασης και είναι η απόδειξη της ανικανότητας και αναποτελεσματικότητας της Κυβέρνησης, η οποία μέσα σε έξι χρόνια άλλαξε 5 Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και 6 προέδρους του ΟΠΕΚΕΠΕ».

Ακολούθως, ο Μ. Χνάρης έθεσε συγκεκριμένες προτάσεις για την θεσμική, διαφανή και λειτουργική αναβάθμιση του ΟΠΕΚΕΠΕ και ανέφερε ότι: 

«Πρώτον, ο ΟΠΕΚΕΠΕ πρέπει να είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός που ο πρόεδρός του θα διορίζεται με διαδικασία ΑΣΕΠ και το διοικητικό συμβούλιο θα εγκρίνεται από την επιτροπή θεσμών και διαφάνειας της Βουλής.
Δεύτερον, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η υποστελέχωσή του οργανισμού και να ενισχυθεί με κατάλληλο τεχνικό και ελεγκτικό προσωπικό, αφού σήμερα από τις 1200 θέσεις που προβλέπονται στο οργανόγραμμα, σήμερα απασχολούνται μόλις 520 υπάλληλοι.
Τρίτον, θα πρέπει να διασυνδεθεί το πληροφοριακό σύστημα του Οργανισμού με κρίσιμους δημόσιους φορείς, όπως η ΑΑΔΕ, το Κτηματολόγιο, το Δασολόγιο, ο ΕΛΓΑ, ο ΕΦΚΑ, η Κτηνιατρική Βάση Δεδομένων, το Ελαιοκομικό Μητρώο κ.ά., με στόχο την ενίσχυση της διαλειτουργικότητας και της αποτελεσματικότητας των ελέγχων.
Και τέλος και πολύ σημαντικό, η βάση δεδομένων του ΟΠΕΚΕΠΕ, δηλαδή όλα τα στοιχεία των αγροτών, πρέπει να ανήκουν στον ίδιο τον οργανισμό και όχι όπως σήμερα που τα διαχειρίζονται ιδιώτες με ό,τι αυτό συνεπάγεται, γεγονός που αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες παθογένειες του συστήματος».

Εν συνεχεία, ο Μ. Χνάρης αντέκρουσε τις προσωπικές συκοφαντικές επιθέσεις που εξαπολύθηκαν από κυβερνητικά στελέχη εις βάρος του, χαρακτηρίζοντας τις ως «μια προσπάθεια συμψηφισμού ευθυνών και ορυμαγδού λασπολογίας», ανατρέχοντας στις σχετικές διατάξεις και στα σχετικά ΦΕΚ, τα οποία κατέθεσε στα πρακτικά της Βουλής και από τα οποία αποδεικνύεται ότι αφενός οι Περιφέρειες δεν έχουν ουδεμία σχέση με τον ΟΠΕΚΕΠΕ και αφετέρου ότι ως Θεματικός Αντιπεριφερειάρχης του Πρωτογενούς Τομέα στην Κρήτη δεν είχε ουδεμία αρμοδιότητα για τα τοπικά Κτηνιατρεία, τα οποία υπάγονται στον εκάστοτε Χωρικό Αντιπεριφερειάρχη του Νομού. Άλλωστε, την γενική εποπτεία της κτηνιατρικής βάσης δεδομένων την έχει η Γενική Διεύθυνση Κτηνιατρικής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, στην οποία υπάρχει Τμήμα Καταγραφής και Επιτήρησης του Ζωϊκού Κεφαλαίου.

Επιπλέον, ο Βουλευτής Ρεθύμνου αναπαρήγαγε από το βήμα της Βουλής τα μηνύματα των Κρητικών Κτηνοτρόφων που έχουν στιγματιστεί με ευθύνη της Κυβέρνησης, λόγω του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ.  Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι: 

«Μου ζητάνε επιτακτικά να υπενθυμίσω στη Βουλή, ότι ο κτηνοτρόφος της Κρήτης έχει διαχρονικά το μεγαλύτερο κόστος παραγωγής, αλλά και τις χαμηλότερες τιμές πώλησης των προϊόντων τους, λόγω νησιωτικότητας.
Επίσης, αναρωτιούνται τις χιλιάδες τόνους αιγοπρόβειου γάλακτος στο νησί, καθώς και τα χιλιάδες αμνοερίφια που καταναλώνονται στις αγορές της χώρας, ιδιαίτερα Χριστούγεννα και Πάσχα, ποιος τα παράγει; 
Τις συμπυκνωμένες Ζωοτροφές της ισχυρής βιομηχανίας ζωοτροφών της Κρήτης, καθώς και τα τριφύλλια και άχυρα της ηπειρωτικής χώρας, που μεταφέρονται καθημερινά από δεκάδες φορτηγά μέσω του λιμανιού του Πειραιά , προς την Κρήτη, ποιος τα καταναλώνει;»

Ακόμα, αναφορικά με τον αριθμό δηλωμένων αιγοπροβάτων στη Κρήτη, ο Μ. Χνάρης παρότι συμφώνησε ότι πρόκειται για υπερβολικό αριθμό, ανέφερε ότι το μείζον για τις κοινοτικές επιδοτήσεις δεν είναι ο δηλούμενος αριθμός ζώων αλλά ο επιλέξιμος αριθμός ζώων. Για τον λόγο αυτό, κάλεσε τους κρητικούς κυβερνητικούς βουλευτές να ζητήσουν, όπως ζήτησε και ο ίδιος, από τον αρμόδιο Υπουργό: «να δώσει στη δημοσιότητα τον ακριβή αριθμό των επιδοτούμενων στρεμμάτων από τον ΟΠΕΚΕΠΕ (ιδιόκτητα , ενοικιαζόμενα, τεχνική λύση) και να δούμε εν τέλει πόσα αιγοπρόβατα αναλογούν στα εν λόγω στρέμματα», μεταφέροντας, παράλληλα την κοινή πεποίθηση του κτηνοτροφικού κόσμου της χώρας ότι: «με αυτόν τον τρόπο θα αποδειχθεί ότι ο πραγματικός αριθμός των αιγοπροβάτων που ενισχύονται είναι πολύ μικρότερος από τα ζώα που είναι δηλωμένα».

Επιπροσθέτως, ο Βουλευτής Ρεθύμνης αναφέρθηκε εκτενώς και στην ουσία του σκανδάλου, λέγοντας ότι: «είναι πολύ σημαντικό να μάθει ο ελληνικός λαός ποια είναι η ουσία του σκανδάλου, δηλαδή ότι υπήρξε ένα οργανωμένο σύστημα το οποίο με ψεύτικα παραστατικά και έχοντας την πληροφορία εκ των έσω, όπως αναφέρεται στην δικογραφία, ιδιοποιούνταν παράνομα επιδοτούμενες εκτάσεις σε διάφορες περιοχές της χώρας. Με αυτόν τον τρόπο, εκμεταλλεύτηκαν την κερκόπορτα που τους άνοιξε η Υπουργική Απόφαση για την κατανομή του Εθνικού Αποθέματος να επιδοτούνται τα βοσκοτόπια, χωρίς ζώα». 

Παρόλο, λοιπόν, που είναι γνωστή η εστία του σκανδάλου ο Βουλευτής επέκρινε την Κυβέρνηση για το γεγονός ότι: «λόγω απόγνωσης και ένδειας επιχειρημάτων και στα πλαίσια συμψηφισμού ευθυνών, στοχοποιεί κτηνοτρόφους της Κρήτης και της χώρας γενικότερα, οι οποίοι έλαβαν ενισχύσεις για εκτάσεις που τους κατανεμήθηκαν βάσει της αυτοματοποιημένης τεχνικής λύσης από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, ταυτίζοντας για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους τους νόμιμους κτηνοτρόφους με όσους καταχράστηκαν, με ευθύνη της Κυβέρνησης, δημόσιο χρήμα».

Κατά το τέλος της ομιλίας του, ο Μ. Χνάρης τόνισε ότι: «είναι αυτονόητο ζητούμενο η άμεση επιστροφή των παράνομων ενισχύσεων», αναδεικνύοντας παράλληλα την προτεραιότητα της παράταξης για: «στήριξη της ισχυρής παραγωγικής βάσης της πατρίδας μας, γεωργών και κτηνοτρόφων οι οποίοι σε αντίξοες συνθήκες προσπαθούν να εξασφαλίσουν την βιωσιμότητα τους αλλά και την επισιτιστική επάρκεια της χώρας». 

Για τον λόγο αυτό τόνισε ότι: «η κυβερνητική πολιτική στον αγροτικό τομέα έχει αποτύχει πλήρως και η αναξιοπιστία της ελληνικής Κυβέρνησης θα έχει άμεσες επιπτώσεις, στην διαπραγμάτευση και στην κατανομή των ενισχύσεων για την νέα Προγραμματική Περιόδο 2028-2034. Για το ΠΑΣΟΚ απαιτείται ένα νέο πραγματικό σχέδιο για την ανάταξη του πρωτογενούς τομέα και τη μάχη αυτή θα την δώσουμε μέχρι τέλους, με τον αγροτικό κόσμο της χώρας, με πίστη, συνέπεια και διαφάνεια».

ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΒΟΥΛΕΥΤΗ